Το αρχοντόπουλο, ο Ιωάννης ο κουκουζέλης, ο εξαίρετος εκείνος ψάλτης της Εκκλησίας, αφήνοντας την κοσμική δόξα και το μεγαλείο έφυγε κρυφά από το παλάτι του Βυζαντινού αυτοκράτορα Κομνηνού τον 12ο αιώνα και πήγε στο Άγιο Όρος και συγκεκριμένα στην ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας για να απολαύσει το γλυκύτατο μέλι της ησυχίας και της προσευχής.
Επειδή ο Βασιλιάς τον καταζητούσε παντού και παντού έψαχνε να τον βρει και να τον επιστρέψει στο παλάτι, ο Ιωάννης δήλωσε στο Μοναστήρι της Λαύρας ότι στην κοσμική του ζωή ήταν βοσκός προβάτων και ο ηγούμενος του ανέθεσε το διακόνημα να βόσκει τους τράγους της Μονής στο δάσος.
Μια μέρα στην περιοχή αυτή βρισκόμενος για τη βοσκή των ζώων, που αφθονεί στα μέρη εκείνα και ενώ τα ζώα έβοσκαν, αυτός θυμήθηκε τους ωραίους εκκλησιαστικούς ύμνους , που έψαλλε στην εκκλησία και στο παλάτι του Βασιλιά κι άρχισε να ψάλλει. Όταν έψαλλε ήταν τόσο γλυκειά και μελωδική η φωνή του, που όλα τα ζώα μαζεύτηκαν γύρω του, άφησαν τη βοσκή τους, σταμάτησαν να τρώνε και επί ώρες, που ο Ιωάννης έψαλλε, αυτά είχαν σηκωθεί στα δυό τους πόδια κι ακούγανε με προσοχή, σαν να ήταν λογικά όντα, την ωραία μελωδία που έβγαινε από το στόμα του Κουκουζέλη.
Το εξαίσιο τούτο θέαμα αλλά και θαύμα, από μακριά βλέποντας οι ερημίτες από τις ασκητικές τους καλύβες, έτρεξαν την άλλη μέρα και ανάφεραν το γεγονός στον ηγούμενο της Λαύρας. Με τον θαυμάσιο αυτό τρόπο αποκαλύφθηκε η πραγματική ιδιότητα του μεγάλου εκείνου Αγίου και Μουσικού, Ιωάννη του Κουκουζέλη.

