Απο τα βιβλία του Αειμνήστου Μητροπολίτου Κισάμου & Σελίνου Κυρού Ειρηναίου

Ἡ Θεία Σκέπη σκεπάζει καί σώζει τό Ἔθνος μας

Στά Βυζαντινά χρόνια σέ κάποια ἐχθρική ἀπειλή ἐναντίον τοῦ Βυζαντίου, ἕνας εὐλαβής καλόγερος ὁ Ἀνδρέας, ὁ διά «Χριστόν Σαλός», εἶδε ἕνα σημαδιακό ὅραμα. Εἶδε τήν Παναγία νά ἁπλώνει τό φόρεμά της καί νά σκεπάζει τήν Κωνσταντινούπολη. Αὐτό ἔδωσε τότε τήν ἀφορμή νά καθιερωθῆ μιά νέα ἑορτή τῆς Παναγίας, ἡ ἑορτή τῆς Ἁγίας Σκέπης, ἡ ὁποία ἐτελεῖτο τήν 1η ‘Ὀκτωβρίου. Καί  δέν ἦταν βέβαια μόνο αύτή τή φορά, πού ἡ Παναγία ἅπλωσε τήν Σκέπη καί τήν Προστασία της στό  Ἔθνος μας.

Διότι καί σ’ ἄλλες ἐχθρικές προσβολές τῆς Κωνσταντινούπολης, καί στούς χρόνους τῶν ἀπελευθερωτικῶν μας ἀγώνων ἐναντίον τῆς Ὀθωμανικῆς δουλείας, ἡ Παναγία στάθηκε ὑπέρμαχος Στρατηγός τοῦ Γένους καί τοῦ  Ἔθνους.

Καί πρόσφατα, ὅταν τό φασιστικό καθεστῶς τοῦ Μουσολίνι την 28η ‘Οκτωβρίου 1940, ἐπεχείρησε τήν ἀδικαιολόγητη ἐκστρατεία του, μέ ὅλα τά τρομερά πολεμικά μέσα τῆς ἐποχῆς, ἐναντίον τῆς χώρας μας,  ἡ Παναγία στάθηκε πάλι Σκέπη καί Προστασία μας.

Ὁ Μουσολίνι μᾶς φοβέριζε μέ τά ἑπτά ἑκατομμυρια τοῦ στρατοῦ του, μέ τό πανίσχυρο πολεμικό του Ναυτικό καί μέ τήν ἐπίσης ἰσχυρά πολεμική του ἀεροπορία, ἡ ὁποία ἀπό τήν πρώτη ἡμέρα τοῦ πολέμου ἐβομβάρδιζε Ἑλληνικές πολιτεῖες καί χωριά καί σκότωνε ἄμαχο πληθυσμό. Κι ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες μικροί καί ἀνίσχυροι, χωρίς νά διαθέτομε τίς πολεμικές δυνάμεις τοῦ ἀντιπάλου, εἴπαμε τότε τό ἡρωϊκό μας ΟΧΙ καί ἐπί ἑπτά μῆνες ἀντικρούσαμε, νικήσαμε καί καταδιώξαμε τόν ὑπερήφανο εἰσβολέα καί γράψαμε τό  Ἔπος τοῦ 40, μιά ἀπό τίς λαμπρότερες σελίδες τῆς ἐθνικῆς μας Ἱστορίας.

Στό σκληρό αὐτό ἀγώνα σύσσωμο τό  Ἔθνος, στρατός καί ἄμαχος πληθυσμός, Ἄρχοντες καί Λαός συστρατευτήκαμε, πολεμήσαμε, δουλέψαμε προσευχηθήκαμε κι ἔτσι ἔγινε τό θαῦμα. Γιατί θαῦμα ἦταν αὐτό, πού γίνηκε τότε μέ τό στρατό μας στά βουνά τῆς Ἀλβανίας καί μέ τόν Ἑλληνικό Λαό στά σπίτια καί στίς πολιτεῖες καί στά χωριά μας.

Οἱ φαντάροι κι οἱ ἀξιωματικοί μας, πολεμοῦσαν τόν ἐχθρό στά χιονισμένα βουνά τῆς ‘Αλαβνίας καί πίσω οἱ Μανάδες, οἱ ἀδελφές καί οἱ γυναῖκες των, δουλεύανε τή γῆ καί κάθε βράδυ στίς ‘Εκκλησιές καί στά σπιτικά Κονίσματα διαβάζανε γονατιστές Παράκληση καί πλέκανε μάλλινες κάλτσες, πουλόβερ καί κουβέρτες γιά τά στρατευμένα παιδιά καί τούς ἄνδρες των.

Καί κάθε φορά πού τό Ἑλληνικό Στρατηγεῖο ἔδινε τήν εἴδηση πώς ὁ στρατός μας κυρίεψε τοῦτο ἤ ἐκεῖνο τό ὕψωμα, καί πήραμε τούτη καί κείνη τήν Πολιτεία, χτυπούσαν οἱ καμπάνες κι οἱ καρδιές μας ἀπό συγκίνηση κι εὐγνωμοσύνη στή Θεία Πρόνοια, στή Θεία Σκέπη, γι’ αὐτά τά τρόπαια, γι’ αὐτά τά θαύματα.

Κι ὅταν ἐπιτέλους, τό 1945, τελείωσε ὁ φοβερός αὐτός Παγκόσμιος Πόλεμος κι ἡ Ἑλλάδα ὕστερα ἀπό μιά πεντάχρονη Κατοχή ἔζησε πάλι λεύτερη καί δοξασμένη, ἡ ‘Εκκλησία μας, ἀπό εὐγνωμοσύνη πρός τό Θεό καί τήν Ὑπέρμαχο Στρατηγό, τήν Παναγία, μετέφερε τήν ἑορτή τῆς Ἁγίας Σκέπης ἀπό τήν 1η στήν 28η ‘Οκτωβρίου, γιά νά θυμίζει καί στίς έρχόμενες γενιές τή Σκέπη καί Προστασία της.

Γιατί αὐτό εἶναι ἐπιτέλους καί τό βαθύτερο νόημα τῶν Ἐθνικῶν μας ἑορτῶν: Μέ τίς ἀναμνήσεις τῶν μεγάλων γεγονότων τῆς Ἱστορίας μας, νά κατεβαίνομε στό Ἄδυτον τῆς ‘Εθνικῆς μας Συνείδησης, ἐκεῖ πού φυλάσσονται τά Ὅσια καί τά Ἱερά, οἱ Μυστικές Δυνάμεις καί Παραδόσεις τῆς Φυλῆς μας, νά ἀναβαπτιζόμαστε στήν Μεγαλωσύνη των καί νά προχωροῦμε ἡρωϊκά καί δημιουργικά στήν Ἱστορική μας πορεία.

Αὐτό εἶναι καί τό Μήνυμα τῆς 28ης Ὀκτωβρίου 1940, μέ τό ἡρωϊκό ΟΧΙ. Τιμοῦμε, λοιπόν, τή Μνήμη καί τή Δόξα τῶν Ἀγωνιστῶν τοῦ 40 καί ψάλλομε σάν ἄλλο » Ὑπερμάχω» τό νικηφόρο παιάνα τῆς Θείας Σκέπης:

Τῆς σκέπης σου Παρθένε, ἀνυμνοῦμεν τάς χάριτας,

ἥν ὡς φωτοφόρον νεφέλην, ἐφαπλοῖς ὑπέρ ἔννοιαν,

καί σκέπεις τόν λαόν σου νοερῶς, ἐκ πάσης τῶν ἐχρῶν ἐπιβουλῆς…..

 

­­­

Κίσαμος, 26 Ὀκτωβρίου 2001                                                    Ὁ Κισάμου & Σελίνου Εἰρηναῖος

Ἡ Παναγία στὴν Κρήτη…

«Γιὰ τὸ χατήρι τοῦ βασιλικοῦ ποτίζεται κι ἡ γλάστρα»,
λέει μία ὄμορφη Κρητικὴ παροιμία.
Καὶ ὁ βασιλικὸς βλαστὸς τῶν Οὐρανῶν, ὁ Χριστός, ποὺ
ἐνσαρκώθηκε «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρ-
θένου», ἔδωσε ἀπὸ τὴ θεία Του ὑπόσταση μιὰ ἀκτίνα
θεϊκῆς φεγγοβολῆς στὴν Πάναγνη Μητέρα Του, τὴ
Μαρία καὶ κατέστησε τ’ ὄνομά Της ἱερὸ καὶ ὑπερύμνητο
ἀνάμεσα στὶς γενιὲς τῶν ἀνθρώπων.
Καὶ ἡ Κρήτη, ποὺ ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς
πῆρε στὰ Ἱεροσόλυμα τὸ βάπτισμά της στὴ χριστιανικὴ
πίστη, πῆρε σιγὰ-σιγὰ καὶ ὅλη τὴν τιμή, ποὺ ἡ πρώτη
Ἐκκλησία καὶ Θεολογία τῆς Ἀνατολῆς ἑτοιμάσανε γιὰ τὴ
Μαρία. Τἄκλεισε στὴν καρδιά της καὶ τἄκανε σεβασμό,
εὐγνωμοσύνη καὶ ἀληθινὴ λατρεία γιὰ τὴ μεγαλύτερη καὶ
ἐνδοξότερη γυναίκα τῆς χριστιανικῆς ἱστορίας καὶ μαζὶ τὰ
μεταμόρφωσε σὲ εὐσέβεια κι ἐλπίδα γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὴν πο-
λυβασανισμένη μοίρα της.
Πολλὰ χωριὰ καὶ τόποι, πλαγιὲς καὶ λαγκαδιὲς τῆς
Κρήτης ἔχουνε τ’ ὄνομα τῆς Παναγίας, ὅλα σημαδεμένα
ἀπὸ μοναστήρια κι ἐκκλησίες τῆς χάρης Της καὶ ἀπὸ θαύ-
ματα καὶ συναπαντήματά Της.
Ἐδῶ, ἡ Κυρὰ Γωνιά, ἡ Παναγία ἡ Θυμιανή, ἡ Κυρὰ Κα-
λυβιανὴ καὶ τόσα ἄλλα ἱερὰ ὀνόματα, ποὺ ἡμερώνουνε
βουνὰ καὶ κάμπους μὲ τὸ γλυκύτατο ὄνομα τῆς Μεγάλης
Μάνας. Πανάρχαια μισοκαμένα εἰκονίσματα κι ἀριστουρ-
γήματα Βυζαντινῆς τοιχογραφίας σὲ γκρεμισμένες ἐκκλη-
σιὲς παρασταίνουνε τὴ Μεγαλόχαρη στὶς μεγάλες στιγμὲς
τῆς ζωῆς της, Εἰσόδια, Εὐαγγελισμός, Κοίμηση, Πλατυ-
τέρα, Γαλακτοτροφοῦσα καὶ μαρτυροῦνε τὴ βαθιὰ πίστη
στὴν Πανσέβαστη Μητέρα τοῦ Θεοῦ.
Καὶ τ’ ὄνομα τῆς Μαρίας εἶναι πολυσύχναστο στὰ ὀνό-
ματα τῶν γυναικῶν τῆς Κρήτης, Δέσποινα, Βαγγελιώ, Πα-
ναγιωτίτσα, Μαριγώ καὶ Μαρία, προπάντων Μαρίες
γεμίζουνε τὸ βαπτιστικὸ συναξάρι τῶν γυναικῶν τοῦ νη-
σιοῦ μας καὶ δείχνουνε, πόσο βαθιὰ μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ
λαοῦ μας στάθηκε ἡ τιμὴ καὶ ἡ ἀγάπη τῆς Παναγίας καὶ
πόσο τὸ τετιμημένο ὄνομά Της ἐλάμπρυνε φτωχὲς ἀνθρώ-
πινες ὑπάρξεις.
Ὅμως καὶ πέρα ἀπὸ τὴ στενὴ λατρευτικὴ χρήση, τ’
ὄνομα τῆς Μαρίας μπῆκε πλατύτερα στὴ ζωὴ καὶ στὴν
καρδιὰ τοῦ χριστιανικοῦ λαοῦ μας κι ἔγινε ὅρκος κι ἐπί-
κληση στὴ χαρὰ καὶ στὸν πόνο του.
«Μαρία λὲν τὴν Παναγιά, Μαρία λὲν καὶ σένα
κι ἂν ἀρνηθῶ τσῆ Παναγιᾶς θὰ σ’ ἀρνηθῶ καὶ σένα»
τραγουδούσανε στὶς μαντινάδες τους οἱ λεβέντες τοῦ νη-
σιοῦ κι ἔδιναν σιγουριὰ καὶ ἱερότητα στὸ μεγάλο αἴσθημα
τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης. Καὶ πάλι σ’ ὅλες τὶς στιγμές, ποὺ τὸ
κακό, ἀπότομο κι ἀναπάντεχο ἐρχότανε νὰ χτυπήσει τὴν
πόρτα καὶ τὴν καρδιὰ τῶν ἀνθρώπων, ὅλοι πρῶτα φωνά-
ζανε τὴ Μαρία, Παναγ ία μου ! καὶ τὴν καλοῦσαν
βοηθὸ καὶ στήριγμά τους.
Ἡ σεμνὴ κεχαριτωμένη κόρη τῆς Ναζαρὲτ ἔδωσε τὸ
παράδειγμα καὶ τὸ ἰδανικὸ ὑπόδειγμα στὶς νέες κοπέλες
ἀναρίθμητων γενεῶν καὶ παιδαγώγησε ἔτσι σὲ δύσκολους
καὶ βάρβαρους καιροὺς τὰ ἤθη τῆς γυναίκας. Καὶ πάλι ἡ
τεθλιμμένη Μάνα τοῦ Σταυροῦ, (ἢ Mater Dolorosa), στά-
θηκε παρηγοριὰ κι ἐλπίδα γιὰ τὶς χαροκαμένες μάνες τοῦ
νησιοῦ, κάθε φορά, ποὺ ἡ πανούκλα, ὁ πόλεμος καὶ οἱ ξε-
σηκωμοὶ ρημάζανε τὸν τόπο.
Γεμάτη εἶναι ἀκόμα ἡ Κρήτη ἀπὸ ἐκκλησίες. Πανηγύρια
καὶ προσκυνήματα τῆς Παναγίας καὶ στὰ προσκυνήματα
αὐτὰ ἡ Κρήτη πρόσφερε λάδι, κερί, ἀσήμι καὶ χρυσάφι. Καὶ
στὰ προσκυνήματα αὐτὰ ἡ Δέσποινα τοῦ Κόσμου στάθηκε
κι ἄκουσε τὴν καρδιὰ καὶ τὸν καημὸ τῆς Κρήτης. Χρυσὲς
ἁλυσίδες, δακτυλίδια, σκουλαρίκια, ἀσημωτὲς καρδιὲς κι
ἄλλα πολύτιμα ἀφιερώματα κρέμονται πάνω στὰ παλαιϊκὰ
εἰκονίσματα τῆς Παναγίας, ταμένα καὶ ἀφιερωμένα ἀπὸ
τὸν πόνο καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη τῆς Κρήτης σὲ Κείνη, ποὺ
εἶναι ἡ ἀκαταίσχυντη προστασία τῶν Χριστιανῶν. Καὶ
μαζὶ μ’ αὐτὰ τὰ ὁρατὰ σημάδια τῆς Πίστης καὶ τῆς προσ-
δοκίας, καημοί, πόθοι καὶ πόνοι, δάκρυα καὶ γονατίσματα,
κλάματα καὶ μοιρολόγια, εὐχές, ὄνειρα, λαχτάρες καὶ νο-
σταλγίες ἀπὸ εὐτυχισμένους καὶ δυστυχεῖς, ἀπὸ καθαροὺς
καὶ χυδαίους μπροστὰ στὸ εἰκόνισμα τῆς Μεγαλόχαρης.
Ἡ εὐαίσθητη καὶ πολυπληγωμένη καρδιὰ τῆς Κρήτης στὰ
πόδια τῆς μεγάλης Μάνας.
Καὶ ἡ Δέσποινα τοῦ Κόσμου τὰ δέχεται ὅλα, τ’ ἀκούει
ὅλα καὶ δίνει αὐτό, ποὺ χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος. Τὸ κου-
ράγιο, τὴν ἐλπίδα, τὴ γαλήνη καὶ τὴ συγγνώμη. Χιλιάδες
χρόνια, χιλιάδες πρόσωπα, ἀμέτρητες ὑπάρξεις προσφέ-
ρανε τὴν εὐλάβειά τους στὴ Μαρία καὶ πήρανε φῶς καὶ
γλυκασμὸ στὴ μοίρα τους. Ποιὸς μπορεῖ νὰ μετρήσει τὴν
ἄμμο καὶ τ’ ἄστρα; Ποιὸς μπορεῖ νὰ λογαριάσει τοὺς πό-
νους καὶ τὶς λαχτάρες τῶν ἀνθρώπων; Ποιὸς μπορεῖ νὰ
μαζέψει, ἂς ποῦμε ἔτσι, σ’ ἕνα ἰατρικὸ δελτίο τὰ τραύματα
καὶ τὰ ἰάματα, νὰ λογαριάσει προπάντων ἐκείνη τὴν
ἀστάθμητη ὑπερκόσμια παρηγοριά, ποὺ ἔδωσε καὶ δίνει ἡ
Μεγαλόχαρη σ’ ὅλο τὸν κόσμο βέβαια, μὰ κι ἐδῶ στὴν
Κρήτη μας.
«Αἱ γενεαὶ πᾶσαι μακαρίζομέν σε τὴν μόνην Θεοτό-
κον…»
Δέσποινα τοῦ Κόσμου, οἱ γενιὲς τῶν αἰώνων σὲ ὕμνη-
σαν καὶ οἱ γενιὲς τῶν ἀνθρώπων θὰ σὲ ὑμνοῦνε στὸν
αἰώνα.
Ἀπόστολοι ἐκ περάτων, Ταξιαρχίες Ἀγγέλων, Σύνοδοι
Πατέρων Ἁγίων, Θεολόγοι καὶ Μύστες, Παρθένες καὶ
Ἐρημίτες θὰ Σὲ προσφωνοῦν Κεχαριτωμένη, θὰ Σὲ ὀνο-
μάζουν Θεοτόκο, θὰ Σοῦ ψάλλουν Χαιρετισμοὺς καὶ Ἀκά-
θιστους καὶ θὰ Σοῦ ἀφιερώνουν τὴ ζωὴ καὶ τὴν Παρθενία
τους.
Καὶ μεῖς ἀπὸ ἐδῶ, ἀπὸ τὴν Κρήτη, δὲ θὰ πάψουμε ποτὲ
νὰ τιμᾶμε τ’ ὄνομα καὶ τὴ χάρη Σου καὶ δὲ θὰ κουραστοῦμε
νὰ Σοῦ κτίζουμε ἐκκλησίες καὶ μοναστήρια. Ἀπὸ τὶς Χρυ-
σοσκαλίτισσες καὶ τὶς Ὁδηγήτριές μας, ἀπὸ τίς, Βαγγελί-
στρες καὶ τὶς Κυράδες τῶν βουνῶν καὶ τῶν χωριῶν τῆς
Κρήτης, θὰ Σοὺ στέλνουμε, ὦ Δέσποινα τοῦ κόσμου, τὸ
τάξιμο καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη μας, τὴ μυστικὴ ἱκεσία καὶ
τὸ γοερὸ πόνο μας. Θὰ βαπτίζουμε τὰ παιδιά μας στ’
ὄνομά Σου, θὰ δείχνουμε τὴ σεμνὴ μορφή Σου στὶς κόρες
καὶ τὶς μητέρες μας, θὰ Σ’ ἔχουμε ὑπέρμαχο Στρατηγὸ σ’
ὅλες τὶς μάχες τῶν βαρβάρων καὶ στερνὰ στὸ ξυλοκρέβ-
βατο καὶ στὴ μεγάλη κρίση, Σὺ θἆσαι ἡ Μεσίτρια καὶ ἡ κα-
ταφυγή μας.
Καὶ δὲ φοβᾶσαι ἀπὸ τὸ χαλασμὸ τοῦ χρόνου καὶ τῆς
ἐποχῆς, ὦ Δέσποινα Μαρία. Ἡ νεοειδωλολατρεία τῶν
καιρῶν μας θὰ πληθαίνει ἴσως γιὰ ἀρκετὰ ἀκόμη χρόνια
τὴ σύγχυση καὶ θὰ λερώνει τὸν ἄνθρωπο. Ἡ γυναίκα προ-
πάντων, ποὺ στάθηκες γι’ αὐτὴν τὸ μεγάλο καύχημα καὶ
τὸ ὑπέροχο πρότυπο, θὰ ταλαιπωρηθεῖ περισσότερο ἀπὸ
τούτη τὴ σύγχυση. Θὰ ξεκλίνει ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ μοίρα της
καὶ θὰ γίνει πάλι τὸ μεγάλο θύμα σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς τραγικό-
τερες στιγμὲς τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας.
Ὅμως, Ἐσύ, θὰ ἀκτινοβολεῖς, Παρθένα καὶ Βασίλισσα
τῶν Ἀγγέλων, μέσα στὴν αἰώνια δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ μέσα
στὴν καθαρὴ εὐγνωμοσύνη τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Θ’
ἀκτινοβολεῖς καὶ θὰ περιμένεις καὶ μακάριοι, ὅσοι θὰ πε-

ριμένουμε μαζί Σου…

ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑ

Η Εκκλησία δεν είναι δυνατόν να μένη απαθής και αδιάφορος εις ό,τι αφορά το ποίμνιό της, εις ό,τι αφορά τον τόπο και τον λαόν μέσα εις τον οποίον και η ίδια ζή, ενσαρκώνει τα ιδεώδη της και ευαγγελίζεται το θέλημα του Θεού. Και η ορθόδοξος Ελληνική Εκκλησία παρακολουθεί με πόνον και οδύνην ένα θλιβερό κοινωνικόν φαινόμενον, ένα τρομερόν εθνικόν έγκλημα που συντελείται εις τους κόλπους της κατά τα τελευταία μεταπολεμικά έτη. Και το εθνικόν αυτό έγκλημα που συντελείται καθημερινά μπροστά στα μάτια όλων μας είναι το γνωστότατον ζήτημα της αποδημίας των νέων μας εις τας ξένας χώρας.

Καθημερινά κι απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδος ξεκινούν και φεύγουν οι νέοι της χώρας μας αγόρια και κορίτσια. Φεύγουν πολλοί, φεύγουν όλοι. Και φεύγουν οι καλύτεροι, οι υγιέστεροι και οι τιμιώτεροι. Φεύγουν και πηγαίνουν για να δουλέψουν και να πλουτίσουν άλλες χώρες που είναι ήδη πλούσιες και ανεπτυγμένες, ενώ η δική μας παραμένει πτωχή.

Παρακολουθώντας τα καραβάνια των νέων που αφήνουν τον τόπο μας και ξενιτεύονται, διαπιστώνουμε πως πολλοί απ’ αυτούς αφήνουν εδώ την περιουσίαν, την επιστήμην,  την τέχνη και άλλα αγαθά με τα οποία θα μπορούσαν και να εργασθούν και να ζήσουν με ολιγώτερες ίσως ανέσεις,  οπωσδήποτε όμως με περισσότερη χαρά και ανθρωπιά.

Στην ιστορία μας θρηνήσαμε πολλές φορές το « παιδομάζωμα » που έκαναν οι Τούρκοι στη μακρά δουλεία του έθνους μας, θρηνούμε ακόμα το παιδομάζωμα του εμφυλίου πολέμου, κανείς όμως δεν κινείται επίσημα και δεν ανησυχεί για το σημερινό τρίτον παιδομάζωμα που ασφαλώς είναι το χειρότερον απ’ όλα. Και οι πολιτικοί  και οι οικονομολόγοι μας δεν το αντιμετώπισαν με την σοβαρότητα  που έπρεπε να το δούν. Το είδαν μάλιστα και χάρηκαν σαν εύκολη λύση στα οικονομικά και δημοσιονομικά προβλήματα της χώρας μας και το ενεθάρρυναν με χίλιους τρόπους. Είπαν πως με το φαινόμενο της αποδημίας θα λυθεί  το πρόβλημα της ανεργίας, ότι με την αποδημία θα γεμίσει η χώρα μας από τεχνικούς και τα ταμεία μας θα πλημμυρίσουν από μάρκα και δολάρια. Όμως δεν δύναμαι παρά να βλέπω πολλή μωρία  το να στείλωμεν τα παιδιά μας να εργάζωνται στα εργοστάσια άλλων χωρών και της Ελλάδας να κλείνουν. Γιατί μα μη γίνει η εργασία αυτή στον τόπο μας;

Δεν είναι μωρία το να φυγαδεύωμεν τη νεότητά μας, αυτή την ελπίδα και το μέλλον του τόπου μας και να την περιμένωμεν να μας γυρίσουν στο τέλος γηρασμένη, κοπιασμένη, άχρηστη και μολυσμένη; Δεν είναι ντροπή να πουλάμε τη ζωή και την ψυχή των παιδιών μας για το περίφημο συνάλλαγμα που θέλουν και φωνάζουν οι οικονομολόγοι μας; Δεν είναι μεγάλη εθνική ζημιά και αληθής εθνική συμφορά το να μην βρίσκουν οι νέοι μας άλλο καταφύγιο παρά την ξενιτιά, αυτή την ξενιτιά που τόσο την κλαίμε και την αναθεματίζουμε στα τραγούδια μας; Γιατί οι πολιτικοί και οι οικονομολόγοι δεν βλέπον πέρα από το συνάλλαγμα και την ψυχή των παιδιών μας, την αγνήν, την πολιτισμένην ορθόδοξη Ελληνικήν ψυχή που ρίχνεται με την αποδημία στο βόρβορο των μεγάλων πόλεων ενός  ξεφτισμένου πλειά πολιτισμού κι αναγκάζεται πολλές φορές να κατρακυλήσει σε ήθη και έθιμα, σε θεωρίες και ιδεολογίας που αλλάζουν το ελληνικό της χρώμα και ξευτελίζουν την ανθρωπιά και την αξιοπρέπειά της.

Το τρίτο παιδομάζωμα! Δεν φαίνεται υπερβολικός χαρακτηρισμός. Επισκεφτείτε τα χωριά μας, μπείτε στα γραφεία των υπηρεσιών μας, συμβουλευθείτε τις στατιστικές των ειδικών υπηρεσιών και θα διαπιστώσετε αυτή την θλιβερά πραγματικότητα.

Να σταματήσει λοιπόν  το ολέθριο αυτό παιδομάζωμα της εποχής.  Να διαφωτιστή ο λαός μας πάνω στο μεγάλο αυτό θέμα. Να δοθεί δουλειά στους νέους του τόπου μας να μην τους μαραίνει η ανεργία και η φτώχια. Να γίνει εθνική σταυροφορία κι αν είναι ανάγκη κι η Εκκλησία ας προσφέρει το κόνισμα και το κανδήλι της  για να ανοίξουν δουλειές που μπορούν οι νέοι να μείνουν και να δουλέψουν στον τόπο τους, στον τόπο που έζησε και μεγαλούργησε η αθάνατη Ελλάδα, η Ελλάδα που κοντεύει να σβύση σήμερα από το εθνοκτόνον τρίτο παιδομάζωμα.

Αύγουστος 1986


Γιατί μόνο « δεξιά » και μόνο « αριστερά »;


« Χρόνια τώρα μας ζητούνε να πάμε μόνο δεξιά και αριστερά. Γιατί; Δεν υπάρχει τάχα δρόμος προς τα πάνω; ».
Το ερώτημα ανήκει στον μεγάλο Ρώσο συγγραφέα και νομπελίστα Σολτζενίτσιν και είναι ένα ερώτημα που θέτει σειρά ερωτημάτων σε κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο. Ως πότε η ανθρωπότητα θα είναι εγκλωβισμένη στα μονολιθικά συστήματα του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού; Σε μια εποχή που και η γνώση είναι πολυδιάστατη και η Δημοκρατία είναι πλουραλιστική, γιατί οι πολιτικές μας ιδεολογίες, αν πρέπει να τις λέμε ιδεολογίες, είναι κολλημένες σ’ αυτές τις δυο μυλόπετρες π’ αλέθουνε αδίστακτα ανθρώπους και λαούς;
Γιατί ύστερα μάλιστα από τόσες αποτυχημένες εμπειρίες και αιματηρές διαμαρτυρίες εκατομμυρίων ανθρώπων, εξακολουθούμε να πορευόμαστε τυφλοί και φανατισμένοι μόνο «δεξιά» ή μόνο « αριστερά»;
Και τι σημαίνει επιτέλους για τον άνθρωπο, για την ελεύθερη ηθική συνείδηση του ανθρώπου το « δεξιός» και «αριστερός»; Η διαχρονική και πανθομολογούμενη αξιολόγηση του ανθρώπου ήταν πάντα το «καλός» ή «κακός», « πονηρός» ή « αγαθός». Ποιο είναι λοιπόν το περιεχόμενο, το «ειδικό βάρος » του «αριστερού» και του «δεξιού»;
Βέβαια, ο αναγνώστης μου, μπορεί να ερωτήσει το μεγάλο συγγραφέα και μένα που σχολιάζω τα λόγια του:
Και τι είναι αυτό το σύνθημα «προς τα πάνω »; Είναι ένα φιλοσοφικό, μεταφυσικό σύνθημα ή είναι ένα ρεαλιστικό κοινωνικοπολιτικό σχήμα;
Δεν αναλαμβάνω την ευθύνη να ερμηνεύσω το βαθυστόχαστο λόγο του Σολτζενίτσιν.
Συμπεραίνω μόνο πως το σύνθημα «προς τα πάνω » σημαίνει, ότι τα πολιτικά κόμματα, που διαχειρίζονται τη μοίρα ενός λαού, πρέπει νάχουν μια ανώτερη θεώρηση για τον άνθρωπο και τους σκοπούς της ανθρωπότητας.
Συμπεραίνω πως οι πολιτικοί ηγέτες δεν πρέπει να υπόσχονται στους λαούς μόνο γεφύρια και αυξήσεις, αλλά και κάτι άλλο, που μιλεί βαθύτερα στον άνθρωπο και τον βοηθά να σηκώνεται προς τα πάνω, να γίνεται άνθρωπος, να ζει σαν άνθρωπος μέσα στην ανθρωπότητα.
Αλλά ξαναγυρίζοντας στον εγκλωβισμό του καπιταλισμού και σοσιαλισμού, για τον οποίο μιλήσαμε πλειό πάνω, μπορώ να πω καθαρά και προφητικά την γνώμη μου: Η ανθρωπότητα που αδιάκοπα κινείται και πορεύεται, δεν πρόκειται να μείνει για πάντα σ’ αυτές τις δύο μυλόπετρες.
Κι αυτοί που σηκώνουν σήμερο τα μπαϊράκια των θάταν καλό να μετριάσουν τη μονολιθικότητα, το φανατισμό και τις δημαγωγίες τους.
Ωστόσο, μεγάλη τιμή κι ευθύνη ανήκει σ’ αυτούς που θα ετοιμάσουν, όχι τον τρίτο ή τον τέταρτο, αλλά τον ίσιο και σωστό δρόμο στην πορεία των λαών και του δικού μας, του Ελληνικού Λαού.
Και η ευθύνη βαραίνει βέβαια ιδιαίτερα τους ώμους εκείνων που βαστούνε τη σημαία του προς « τα πάνω ».

Νοέμβριος 1984


Από « Ελλάς Ελλήνων Χριστανών » Στο: « Ελλάς Ελλήνων… αντιχρίστων »;


Ενθυμούμεθα όλοι το σύνθημα της χουντικής επταετίας « Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών » που στάθηκε στους δρόμους και τις πλατείες της χώρας μας, για να δώσει τάχα « ιδεώδη » στον Ελληνικό Λαό, στην πραγματικότητα όμως για να σκεπάσει τη στέρηση της ελευθερίας του και να ρίξει στο πρόσωπο της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας μια « ρετσινιά » που εχθροί και φίλοι της την επικαλούνται αδιάκοπα.
Για το σύνθημα αυτό Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών, εμείς γράψαμε το Μάιο του 1968: Το σύνθημα αυτό γελοιοποιεί και την χριστιανική μας πίστη και την Ελληνική μας παράδοση. Διότι τα μεγάλα ιδεώδη τα βιώνουμε με σιωπή και θαυμασμό στα βάθη της ψυχής μας και δεν τα κραυγάζομε στους δρόμους με επίδειξη και θόρυβο. Αλλοίμονο εάν το σύνθημα αυτό μονοπωληθεί μόνο από μια πολιτική παράταξη και τεθεί σαν αντίθεση και αντίδραση στην τακτική άλλων ομάδων του έθνους. (Περιοδικό Χριστός και Κόσμος Μάιος 1968).
Δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι η Εκκλησία στο σύνολό της έκανε τότε ό,τι πρέπει για να αρνηθεί να μαστιγώσει το σύστημα και το σύνθημα της Δικτατορίας και να υπερασπίσει την ελευθερία του ποιμνίου της και την δική της αθωότητα.
Λέγω στο σύνολό της γιατί υπήρξαν πρόσωπα και γεγονότα (λαϊκοί και κληρικοί ) που άμεσα ή έμμεσα αντιταχθήκανε στο πνεύμα και στα έργα της Δικτατορίας.
Είναι γνωστό, όμως, ότι το σύνθημα Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών, Ελληνοχριστιανικός πολιτισμός κ.λ.π ενώ δεν είχε καμιά απήχηση στο Λαό μας και αντιμετωπίστηκε με ειρωνεία και χλευασμό, δημιούργησε σιγά- σιγά τέτοια « ψύχωση », ώστε κανείς να μην τολμά σήμερα να μιλήσει για θέματα που έχουν σχέση με την Ελληνορθόδοξη παράδοση.
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά και μετά το 1974 σιγά- σιγά άρχισε να καλλιεργείται στη χώρα μας και στο Λαό μας ένα αντιχριστιανικό πνεύμα, ένα άλλο σύνθημα που θα μπορούσε κανείς να το πει: « Ελλάς Ελλήνων… αντιχρίστων ».
Τα φαινόμενα και τα γεγονότα, που οδηγούνε στη διαπίστωση αυτή είναι πολλά:
α) Συχνά αναγράφονται ή προβάλλονται θέματα που κριτικάρουν μόνο τα λάθη προσώπων και θεσμών της Εκκλησίας, αποσιωπούν όμως το θετικό της έργο.
β) Ρήτορες και ομιλητές στις εθνικές μας εορτές συκοφαντούν και ανασκευάζουν τον αναγνωρισμένο ρόλο της Εκκλησίας στους αγώνες της ελευθερίας του Έθνους.
γ) Σε πολιτικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις χρησιμοποιούνται τραγούδια και συνθήματα εναντίον της Εκκλησίας.
δ) Το μάθημα των Ιερών όλο και κουτσουρεύεται από τα σχολικά προγράμματα και οι Ιερωμένοι εκπαιδευτικοί χαρακτηρίζονται σαν περιττοί.
ε) Τα Εκκλησιαστικά Ιδρύματα (φιλανθρωπικά και κοινωνικά έργα) θεωρούνται περιττά και πρέπει να «κρατικοποιηθούν » για να επιζήσουνε. Και πολλά άλλα παρόμοια.
Τι σημαίνουν λοιπόν όλα αυτά;
Είναι σημεία που δείχνουν ότι ο Ελληνικός Λαός περνά μια θρησκευτική κρίση και αντίθετα προς τη μέχρι σήμερα παράδοσή του στρέφεται στην αθεΐα, ή είναι μια μελετημένη τακτική και προπαγάνδα «σκοτεινών δυνάμεων» που έχουν άλλους σκοπούς και στόχους;
Είναι σημεία μιας βαθύτερης μεταβολής στη μέχρι σήμερα ψυχολογία μας, ή είναι κι αυτά «εισαγόμενα είδη» από τα κατάλοιπα των διαφωτίσεων και των Αντικληρικαλισμών, που άλλοι λαοί τα έζησαν πριν διακόσια χρόνια και μείς τα αναμασούμε σήμερα σαν προοδευτικές ιδέες της τελευταίας ώρας;
Γινόμαστε πραγματικά οι Έλληνες «αντίχριστοι » στην εποχή μας ή είναι σημάδια μιάς επιπολαιότητας, που θυμίζει το αρχαίο γνωμικό: «Έλληνες αεί παίδες εισίν »;
Τα ερωτήματα αυτά γεννούνται στον καθένα, που βλέπει και στοχάζεται τα φαινόμενα που αναφέραμε πιο πάνω. Το σύνθημα Ελλάς Ελλήνων αντιχρίστων δεν γράφτηκε ακόμα στους δρόμους και τις πλατείες μας. Κυκλοφορεί όμως πότε σαν « κοσμοθεωρία » και πότε σαν επιπολαιότητα στην σκέψη και την πράξη πολλών ανθρώπων.
Η Εκκλησία, με την πλατύτερη έννοιά της ( κλήρος και λαός), πρέπει να προσέξει τα σημεία που αναφέραμε και να τα μελετήσει. Όπου χρειάζεται να κάμει εκσυγχρονισμούς και ανανέωση στο μήνυμά της, δεν πρέπει να διστάσει. Κι όπου πάλι πρέπει να αμυνθεί και να υπερασπίσει την αλήθεια του Χριστού και την Διακονία της στον κόσμο και το Έθνος μας, να μιλήσει στον Ελληνικό Λαό με ειλικρίνεια και παρρησία.
Διότι όπως κατά το Σύνταγμα της χώρας μας, « η τήρησις του Συντάγματος επαφίεται εις τον πατριωτισμό των Ελλήνων…», το ίδιο και η διατήρηση της χριστιανικής μας παράδοσης επαφίεται στην θρησκευτική συνείδηση όλων των Ελλήνων.