ΕΛΛΑΔΑ Η ΧΩΡΑ ΤΟΥ ΦΙΛΟΤΙΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑΣ

Ὁλόκληρο τό ἔτος, ἀλλά ἰδιαίτερα τούς μῆνες τούς καλοκαιρινούς πού οἱ μουσαφήριδες πληθαίνουν, ἡ ὄμορφη Κρήτη μας, ἀλλά γενικά ἡ εὐλογημένη Πατρίδα μας γίνεται ἕνα ἀπέραντο ξενοδοχεῖο. Ἀπ’ ἄκρου εἰς ἄκρον, τῆς Ἑλληνικῆς γῆς, λειτουργεῖ τό ἐθνικό μεγαλεῖο πού χαρακτηρίζει τήν χώρα μας, ὡς χώρα φιλοτιμίας καί φιλοξενίας.

Στή χώρα μας, τή χώρα τοῦ φωτός, τοῦ πνεύματος, τῶν παραδόσεων καί τοῦ πολιτισμοῦ, ἡ φιλοξενία δέν εἶναι μία ἐπιβεβλημένη ἀβρότητα, ἀλλά ἕνας τρόπος ζωῆς. Ἕνας τρόπος πού κληρονομεῖται ἀπό γενιά σέ γενιά, μέ πρῶτο διδάξαντα τόν Ξένιο Δία, τύπο καί σύμβολο ἑνός ἄλλου προτύπου, πού κι ὅταν ἀκόμη «φιλοξενεῖται» εἶναι Ἐκεῖνος πού οὐσιαστικά φιλοξενεῖ.

Ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, δέν εἴμαστε τίποτε ἄλλο παρά μιμητές ἑνός Θεοῦ ἀληθινοῦ, φιλόξενου καί φιλάνθρωπου, πού μᾶς φιλοξενεῖ σ’ αὐτή τήν εὐλογημένη γῆ τῶν πατέρων μας καί μᾶς φιλεύει καθημερινά μέ χίλια δύο καλά καί ἀγαθά.

Εἴμαστε ἀκόμη, θεράποντες καί οἰκονόμοι τῶν δικῶν Του ἀγαθῶν καί δωρημάτων πρός ὅλους ἐκείνους τούς ἐνδεεῖς καί ἀναγκεμένους, τούς περαστικούς καί ἐπισκέπτες, τούς ντόπιους καί ξένους, πού μένουν περισσότερο ἤ λιγότερο στή Χώρα μας καί αὐτές οἱ Ἑλληνικές καί Ὀρθόδοξες καταβολές συντελοῦν ἔτσι ὥστε ἡ φιλοξενία νά συνιστᾶ τήν οὐσία τοῦ ἀνατολικοῦ χριστιανικοῦ τρόπου ζωῆς, ὅπως χαρακτηριστικά ἔγραψε σέ ἄρθρο του ἕνας ξένος ὀρθόδοξος φίλος καί θαυμαστής της χώρας μας.

Ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος Παῦλος γνώριζε καλά τό μέγεθος τῆς ἀρετῆς αὐτῆς ὅταν παράγγελνε: «τῆς φιλοξενίας μή ἐπιλανθάνεσθε, διά ταύτης γάρ ἔλαθόν τινες ξενίσαντες ἀγγέλους » (Ἑβρ.ιγ΄1-2), δηλαδή, μή λησμονᾶτε τήν φιλοξενία, γιατί μέ αὐτήν μερικοί, χωρίς νά τό ξέρουν ἐφιλοξένησαν ἀγγέλους.

Ἴσως τά σπίτια μας, τά ἑστιατόρια καί τά ξενοδοχεῖα μας, δέν μποροῦν νά μεταβληθοῦν σέ τόπους καθημερινῆς δωρεάν διαμονῆς, τροφῆς καί στέγης, ὅμως ἐκεῖνο πού δίδουν καί παρέχουν εἶναι ἡ ὑποδοχή, ἡ καλή διάθεση, ἡ εὐγένεια καί ὁ καλός ὁ λόγος, τό χαμόγελο καί ἡ ἐξυπηρετικότητα, ἀλλά προπάντων ἡ ποιότητα παροχῆς τῶν πάσης φύσεως ὑπηρεσιῶν, πράγματα πού δέν πληρώνονται μέ τό κανένα συνάλλαγμα οὔτε καί ἀνταλλάσσονται ἀλλά παρέχονται δωρεάν.

Στό φιλόξενο νησί μας, τήν Κρήτη, δεχόμαστε καί ὑποδεχόμαστε κάθε ἄνθρωπο στά σπίτια καί τά καταστήματά μας, ὄχι μονάχα γιά τήν ἀποκόμιση κέρδους, ἀλλά περισσότερο σάν ἄνθρωπο καί συνάνθρωπο, σάν ὑψηλό ξένο καί οἰκεῖο ἐπισκέπτη, τόν φιλεύομε καί τόν κερνοῦμε, ρακή καί καλούδια, ἀλλά προπάντων τοῦ δείχνομε τήν χαρά τῆς ἐπισκέψεώς του, πράγμα πού ἀναγνωρίζουν οἱ πάντες καί ὁμολογοῦν ὅτι τέτοια φιλοξενία ἔχει ἀνάγκη ὁ σημερινός κόσμος, ὁ ὁποῖος ἀσφυκτιά ἀπό τίς ραγδαία φθίνουσες ἀνθρώπινες σχέσεις.

Μιά τέτοια φιλοξενία στήν Κρήτη καί γενικά σ’ ὅλη τήν ἐπικράτεια τῆς Ἑλληνικῆς γῆς, ἐκ μέρους ποιμένων καί λαοῦ, πού ἀπό τά λόγια περνάει στήν πράξη, φτάνει καί περισσεύει γιά νά προβάλλει τήν χώρα μας καί νά δώσει νόημα στίς ἐπιγραφές πού καλοσωρίζουν τούς ξένους καί τούς ντόπιους στίς πόλεις καί τά χωριά μας: (welcome) «Καλῶς ὠρίσατε »!

Ἄν ἡ φιλοξενία ἤ τό πνεῦμα τῆς φιλοξενίας εἶναι τρόπος ζωῆς γιά τούς Ἕλληνες, δέν πρέπει βέβαια νά συγχέεται μέ ἐκεῖνα τά ἐλάχιστα τά ὁποῖα συμβαίνουν καί γίνονται, μεμονωμένα ἤ ὁμαδικά περιστατικά, τά ὁποῖα ἀμαυρώνουν τήν χώρα καί τόν πολιτισμό της. Βεβαίως, ὅταν οἱ πάντες ἀδιάκριτα γίνονται δεκτοί στή χώρα μας καί οἱ πάσης φύσεως ἰδεολογίες ἐπίσης γίνονται ἀποδεκτές, πράγμα πού δέν ἀποτελεῖ ἐθνικό ἀπόρρητο ἀλλά κοινό μυστικό, τότε τά πράγματα γίνονται δύσκολα μέ ἀποτέλεσμα νά δημιουργοῦνται ἐντάσεις καί προβληματισμοί.

Ἐπανειλημμένως, οἱ ἴδιοι, οἱ φιλοξενούμενοι ξένοι στή χώρα μας κρούουν τόν κώδωνα τοῦ κινδύνου καί μᾶς διαμηνύουν. «Μήν νοθεύετε τήν Ἑλλάδα… Κάθε τί ξένο πού ἀλλοιώνει τήν γοητεία της εἶναι ἱκανό γιά νά διώξει τούς ἀληθινούς φίλους της».

Οἱ ἐπισκέπτες πού μᾶς ἔρχονται, εἰδικά οἱ ξένοι, δέν περιμένουν ἀσφαλῶς νά βροῦν οὔτε πιστά οὔτε κακά ἀντίγραφα τοῦ δικοῦ τους τρόπου ζωῆς. Αὐτά τά ἔχουν σέ ἐπάρκεια στήν χώρα τους, ἔρχονται νά ζήσουν καί νά ἀπολαύσουν, ἔστω καί γιά λίγο, τό ἄρωμα μιᾶς χώρας μέ πρωτόγνωρη φιλοτιμία, ἀνεπανάληπτη φιλοξενία, ἀπέραντο σεβασμό, κουλτούρα καί πολιτισμό. Ἔρχονται νά γνωρίσουν ἀπό κοντά τίς ἀρχαιότητες, τούς βωμούς καί τά μοναστήρια της, τά μνημεῖα καί τούς τάφους της καί νά μάθουν ὅτι, ὅταν οἱ πλεῖστοι τῶν λαῶν, ὅταν ἦταν τρωγλοδύτες, ἡ χώρα τοῦ φωτός ἔκτιζε Παρθενῶνες καί Ἐρέχθεια καί δίδασκε πολιτισμό καί μεγαλεῖο.

Ἔρχονται γιά νά ἀκούσουν τήν ἱστορία τῶν Ἡρώων καί τῶν πολεμάρχων, τῶν Ἁγίων καί τῶν Μαρτύρων, τῶν ἀρχαίων σοφῶν καί ποιητῶν, πού ἡ σοφία καί ἡ γνώση των ἀλλά καί τά ποιήματά των διδάσκονται στά πλεῖστα ξένα πανεπιστημιακά ἱδρύματα.

Γι’ αὐτό ἔρχονται, γι’ αὐτό τούς θέλομε, γι’ αὐτό τούς καλοῦμε καί τούς κατευοδώνουμε μέ τήν ἐλπίδα ὅτι τό μυαλό των καί οἱ ἀποσκευές των γέμισαν μέ τά ὡραιότερα καί ὠφελιμότερα πνευματικά καί ὑλικά ἀγαθά καί ἐφόδια πού διαθέτει ἡ εὐλογημένη ἀπό τόν Θεό χώρα μας.

Αφήστε μια απάντηση