« Δ Ι Ψ Ω »

Λέξη συγκινητική, λέξη συγκλονιστική. Κραυγή αγωνίας και πόνου. Φωνή μια από τις επτά που ο Κύριος ξεφώνησε πάνω από το Σταυρό εκείνες τις εναγώνιες στιγμές της υπέρ της του κόσμου θυσίας Του. Ο Ιησούς, ο αναμάρτητος, ο δημιουργός και ποιητής του σύμπαντος, της γης και των υδάτων, εκείνος που ήπιε μέχρι της τελευταίας σταγόνας το ποτήρι του εκουσίου πάθους, τώρα κρεμάμενος επί του Σταυρού όπου η εις ημάς αγάπη Του αλλά και η αχαριστία του λαού Του τον οδήγησαν, αναφωνεί, «διψώ». Πίσω απ’ αυτή τη λέξη αλήθεια τι κρύβεται; Ένας ωκεανός πόνων, παραπόνων και θλίψεων, αλλά και ένας κόσμος ουράνιων πόθων.

Από την ώρα που αναχώρησε από το υπερώο του μυστικού Δείπνου, υπέφερε πολλά. Στην Γεσθημανή προσευχόμενος, «ο ιδρώς της αγωνίας

ωσεί θρόμβοι αίματος » έσταζε από το άγιο μέτωπό Του και κατέβρεχε την γη. Με υποδειγματική καρτερία αντιμετώπιζε τους κολαφισμούς, τους ονειδισμούς και τους γέλωτες που του στέγνωναν τα χείλι, αλλά και το φρικτό φραγγέλωμα που του δημιουργούσε ανοικτές πληγές. Το άγιο σώμα Του αν και αιμόφυρτο και καταπληγωμένο κρατούσε και υπέμενε τον πόνο. Όμως το μαρτύριο έγινε δριμύτερο και οδυνηρότερο όταν κρεμάμενος επί του Σταυρού, το τίμιο αίμα Του έρευσε άφθονο από τα καρφιά των χεριών και των ποδιών Του. Η φλόγωση του μαρτυρίου αλλά και των τραυμάτων τον κατακαίει και ως τελευταία χάρη από τους ανθρώπους που τον περιστοιχίζουν ζητά νερό. « Διψώ ».

Την έντονη σωματική αυτή δίψα του Εσταυρωμένου Λυτρωτή κάποιος παριστάμενος σπλαχνικός στρατιώτης προσπάθησε να θεραπεύσει προσφέροντάς Του «όξος μετά χολής μεμιγμένον» που βρέθηκε σε παρακείμενο αγγείο, το ποίο χρησιμοποιούσαν για τους μελλοθάνατους ως υπνωτικό και κατασταλτικό των πόνων.

Όμως ο Κύριος δεν ήπιε, δεν δρόσισε τα στεγνά και πονεμένα χείλι Του γιατί η μεγάλη δίψα Του ήταν άλλη. Ήταν βαθύτερη και ουσιαστικότερη από τη σωματική. Ήταν δίψα ψυχική, πνευματική. Ήταν δίψα που είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα από το μαρτύριό Του. Ήταν δίψα που του κατάτρωγε την καρδιά από την ημέρα της ενανθρώπισης και της επί γης παρουσίας Του. Διψούσε για να εκπληρώσει το θέλημα του επουράνιου Πατέρα και να αποκαταστήσει δια της σωτηρίας το παρελθόν, το παρών και το μέλλον μιας αμαρτωλής ανθρωπότητας.

Από το ύψος του Σταυρού Του στρέφει το βλέμμα του στο παρελθόν και ατενίζει τις ψυχές εκείνων των ανθρώπων που έζησαν πριν αυτός θυσιασθεί, να βρίσκονται στον άδη. Διψά να τρέξει προς αυτούς, να σπάσει τα αιώνια δεσμά τους, να τους κηρύξει το χαρμόσυνο μήνυμα της σωτηρίας, να τους αποσπάσει από την αιώνια καταδίκη, να τους αναστήσει από τον θάνατο και να τους καλέσει κοντά του, στη βασιλεία Του.

Έχει μπροστά του και το παρόν, και τι βλέπει; Βλέπει το πλήθος του λαού εκείνου, που αγάπησε τρυφερά και ευεργέτησε πολυειδώς και πολυτρόπως, του λαού που έθρεψε και πότισε, να μαίνεται από πάθος, να του προσφέρει με αχαριστία, « αντί του μάνα χολή, αντί του ύδατος όξος» και να τον παραδίδει στο σταυρικό θάνατο. Όμως συνεχίζει να τον αγαπά και να προσεύχεται προς τον ουράνιο Πατέρα γι’ αυτόν. « Πάτερ άφες αυτοίς ου γαρ ίδα σοι, τι ποιούσοι ».

Οραματίζεται ακόμα το μέλλον και βλέπει αμαρτωλούς δακρύβρεκτους να προσφεύγουν στο σταυρό Του, να υποκλίνονται στο πάθος Του, να εγκολπώνονται τον λόγο Του και να ακολουθούν αφοσιωμένοι το παράδειγμά Του. Αλλά και άλλους να απομακρύνονται πεισματικά απ’ αυτόν, να του δείχνουν πλήρη αδιαφορία και περιφρόνηση, να χλευάζουν το Άγιο Του πρόσωπο και την Εκκλησία Του, να γράφουν και να εκτοξεύουν λόγους ύβρεων κατά του Σταυρού και το πάθους Του.

Διψά και η επιθυμία της θεϊκής αυτής δίψας τον κατατρώει. Διψά να δει την αλήθεια του Ευαγγελίου Του που αποτελεί τον πολυτιμότερο θησαυρό επί της γης να γίνεται κτήμα όλων των ανθρώπων, όλων των λαών, να διδάσκονται και να καταυγάζονται απ’ αυτή και όχι από της νόθες και μολυσμένες ιδέες και πλάνες των αθέων και των αιρετικών. Διψά, να δει τα μέλη της μίας Αγίας Ορθόδοξης Εκκλησίας Του να γίνονται ευσεβέστεροι, τολμηρότεροι, προθυμότεροι και να προάγονται καθημερινά στην πίστη και την προκοπή. Διψά, να εκλείψουν τα σκάνδαλα, τα σχίσματα, οι αιρέσεις και να πρυτανεύσει η αγάπη και η ειρήνη του Θεού επί της γης.

« Διψώ». Την πονεμένη αυτή λέξη, καθημερινά την επαναλαμβάνει προς όλους και μάλιστα προς εμάς τους Ορθόδοξους Χριστιανούς Του. Παιδιά μου, μείνετε σφικτά και σταθερά ενωμένοι μ’ εμένα επί της γης « όσοι έν», παραμείνετε στην σωστική και αγιαστική κιβωτό της Ορθόδοξης Εκκλησίας μου, κρατήσετε ανεξίτηλες τις ιερές παραδώσεις της πίστεως και του έθνους και διατηρήσετε ανοικτές και καθαρές τις διό πτέρυγες της αγάπης και της εμπιστοσύνης προς εμένα για να πετάξετε ψηλά στους υπερκόσμιους αιθέρες της δόξας και του μεγαλείου μου.

Παιδιά μου από το κανάτι της ψυχής σας δώστε μου να πιο. Ικανοποιήσατε την δίψα, την πίνα και τη στέρηση των ελάχιστων αδελφών μου και αδελφών σας και όταν θα έλθω θα σας ανταμείψω πλούσια. Θα σας καλέσω με τους ευλογημένους του Πατέρα μου, τους δίκαιους και εκλεκτούς μου, για να κληρονομήσετε την ετοιμασμένη ουράνια βασιλεία μου.

Ω χριστιανέ και φίλε αναγνώστη! Πιστεύω ότι δεν πρέπει να παρατρέξομε , να αγνοήσομε και να περιφρονήσομε το αίτημα αυτό και την δίψα του Κυρίου μας. Ας ανταποκριθούμε σ’ αυτό και να είμαστε σίγουροι ότι θα κερδίσουμε πλούσια την χαρά και τη χάρη Του στη ζωή μας, αλλά και την ουράνια παραδείσια πολιτεία Του.