ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΟΝΟ Η ΧΑΡΑ

 

« Γύναι, τι κλαίεις;» (Ιω Κ΄13).

Μεγάλη εβδομάδα! Ημέρες θλίψης και πόνου. Ημέρες κατά τις οποίες κάθε χριστιανική ψυχή δονείται και πάλλεται, αλλά και κάθε συνείδηση υποκλίνεται στο θείο δράμα Του Κυρίου μας.

Εκατομμύρια ανθρώπινα μάτια, άλλο λιγότερο και άλλο περισσότερο, ρέουν δάκρια πόνου, συντριβείς και μετάνοιας, βλέποντας τον αναμάρτητο Λυτρωτή και Ευεργέτη, αιμόφυρτο επί του Σταυρού να παλεύει μόνος και αβοήθητος «υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας»

Αλήθεια, πώς μπορεί κανείς να μην κλάψει μπροστά στο θάνατο, αλλά και πώς θα αποφύγει τα δάκρια και θα συγκρατήσει τον πόνο της ψυχής του, μπροστά στον αποχωρισμό ενός αγαπημένου του προσώπου;

Και όταν δια του θανάτου οδηγείται στον τάφο όχι ένας οιανδήποτε άνθρωπος, αλλά ο γλυκύτατος Ιησούς, ο αναμάρτητος Θεός, ο Κύριος και Διδάσκαλος, ο φιλόστοργος ευεργέτης, πώς είναι δυνατόν να μη κλάψουν τόσες ευεργετημένες απ’ αυτόν ψυχές.

Γ’ αυτό και η Μαρία η Μαγδαληνή, η γυναίκα που πιστά και αφοσιωμένα ακολούθησε τον δάσκαλο και έκλαψε επί του Σταυρού, κλαίει και τώρα μπροστά στο  μνημείο που δέχθηκε την ζωή του κόσμου. Αλλά να, βλέπει μπροστά της δύο αγγέλους λευκοφορεμένους και αστράπτοντες και παρηγορείται. Σκέφτεται τι να τους πει, πώς να τους μιλήσει. Με πιο τρόπο η χοϊκή ανθρώπινη γλώσσα της θα ψελλίσει λόγο προς αυτούς.

Η τολμηρή Μαρία η οποία δεν λογάριασε κινδύνους, εκείνη που υπερπήδησε μεγάλες δυσκολίες, αυτή που παραμέρισε τα πάντα για να φθάσει μέχρι του τάφου, εκείνη που μαζί με της άλλες Μυροφόρες εξόδευσε χρήματα πολλά για να αγοράσει τα πολυτιμότερα μύρα και να αλείψει το καταπληγωμένο Άγιο σώμα του Διδασκάλου, μένει άφωνη όταν εντοπίζει ότι ο τάφος είναι καινός! Ο Κύριός της απών; Ποιος τον πήρε; Που τον έβαλαν; Αγωνία σφίγγει την καρδιά της. Δάκρια άφθονα τρέχουν από τα μάτια της και λυγμοί την συνταράσσουν ολόκληρη.

Όμως ακούει τους επισκέπτες του ουρανού με γλυκιά φωνή να την ρωτούν. « Γύναι, τι κλαίεις, Ανέστη ο Κύριος, ειπέ τοις μαθητές, ότι Ανέστη εκ νεκρών… ». Από εκείνη τη στιγμή τα πράγματα αλλάζουν. Έρχεται στη σκέψη της ο λόγος του Κυρίου. « και τη Τρίτη ημέρα αναστήσομαι ». Φαίνετε επαληθεύτηκε ο λόγος του Διδασκάλου. Ανέστη από των νεκρών. Λόγος για θρήνο δεν υπάρχει πια. Χαρά και αγαλλίαση πλημμύρισε την ψυχή της.

Ξαφνικά ακούει την ίδια φράση, αλλά από άλλο στόμα. « γύναι τι κλαίεις, τίνα ζητείς »;

Δεν το λέγουν άνθρωποι, ούτε και άγγελοι. Το απευθύνει  ο νικητής του θανάτου, ο αρχηγός της ζωής, ο Κύριος και Θεός της. Στα αυτιά της  το ερώτημα αυτό γίνεται γλυκιά μουσική, γίνεται ελπίδα, γίνεται χαρά και θεϊκή παρηγοριά. Τον αναγνωρίζει, σκουπίζει τα δάκρυα, σταματά τους θρήνους, ευφροσύνη την καταλαμβάνει και ανακράζει  πέφτοντας στα πόδια Του. « Ραβουνί, ο λέγεται, διδάσκαλε ».

Από τη στιγμή εκείνη η Μαρία δε γνωρίζει τίποτε άλλο από τη χαρά της Αναστάσεως και μεταφέρει στους μαθητές το μήνυμα της μεγάλης νίκης κατά του θανάτου.

Το ίδιο ακριβός ερώτημα απευθύνει ο Κύριος σε κάθε πονεμένη χριστιανική ψυχή. Γιατί χριστιανέ κλαίεις; Γιατί θρηνείς απαρηγόρητα το θάνατο των προσφιλών σου; Γιατί κατακυριεύεσαι από τους στεναγμούς και το πένθος; Από το θάνατο ανέτειλε η ζωή. Από τον τάφο έλαμψε η ελπίδα. Από την Ανάσταση ξεπήδησε η χαρά. Γιατί λοιπόν κλαίεις; Ανέστη Χριστός και ο θάνατος μηδενίσθηκε. Ανέστη Χριστός και ο Άδης νεκρώθηκε. Ανέστη Χριστός και αφθαρσία για τους ανθρώπους ανέτειλε.

Μόνο εκείνοι «οι μη έχοντες ελπίδα » ( Εφεσ. Β΄12) μπορούν να θρηνούν απαρηγόρητα, γιατί τι μπορούν να ελπίζουν; Η ελπίδα την οποία δίνει ο Χριστός δεν υπάρχει για κείνους. Γιατί δεν τον πιστεύουν, δεν τον θέλουν, δεν τον παραδέχονται ως Σωτήρα και Λυτρωτή τους.

Εσύ όμως χριστιανέ, παιδί και φίλε του Γλυκού Ναζωραίου, έλπιζε και παρηγορήσου. Στρέψε τα μάτια της ψυχής σου προς το λαμπρό και ζωηφόρο φώς της Αναστάσεως και κοίταξε εκεί πέρα τη ζωή, που δεν τελειώνει ποτέ. Είναι η αιώνια ζωή κοντά στον Αναστημένο Χριστό, που κατάργησε τον θάνατο και χάρισε στους οπαδούς Του την Ανάσταση και την Αθανασία. Ακολούθησε πιστά και αφοσιωμένα τον Δάσκαλο, δώρισε Του τα δικά σου μύρα, τα μύρα των δακρίων σου, της αγάπης σου και της ευγνωμοσύνης σου και τότε ως γνήσιος μυροφόρος θα απόλαυσης την χαρά της παραδείσιας ατέλειωτης Αναστάσεώς Του.

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση