Ο Κωστής και ο Αποστόλης, συνομήλικοι και συμμαθητές διατηρούσαν στενή και αδιάσπαστη φιλία. Μόνο την νύκτα χώριζαν. Μαζί στις Χαρές και τις λύπες, την εργασία, την ψυχαγωγία και την διασκέδαση.
Ο ένας βοηθούσε τον άλλο, ο ένας στήριζε τον άλλο και χωρίς υπερβολή ο ένας ζούσα για τον άλλο.
Μια μέρα ο Κωστής εξαφανίστηκε και ο φίλος του τον αναζήτησε παντού. Ένα χρόνο κράτησε η εξαφάνιση του Κωστή, τον οποίο βρήκε ο Αποστόλης και με αγωνία των ερώτησε.
Ρε φίλε που ήσουνα κι εγώ σε έψαχνα τώρα ένα χρόνο; Να φίλε μου, με συνέλαβαν και με έκλεισαν στη φυλακή για ασήμαντο λόγο. Στη φυλακή; Γιατί, τι έκανες; Και ο Κωστής με σκιμένο το κεφάλι απαντά. Φίλε μου έκλεψα ένα σχοινί.
Σχοινί λέεις; Και για το σχοινί μπήκες ένα χρόνο φυλακή; Ναι μα είχε στην άκρη και μια αγελάδα.